Ένα όραμα για μια δημιουργική, πλούσια και δημοκρατική Ελλάδα
Του Ιωάννη Πήτα*:
Μπορούμε να μάθουμε από τους γείτονες μας: Τί ανέδειξε τον κο Ερντογάν σαν παντοδύναμο ηγέτη της γείτονος Τουρκίας; Προφανώς ούτε ο αυταρχισμός του, ούτε η κατάσταση της οικονομίας, αλλά το όραμα που ενέπνευσε στη χώρα του: μια μεγάλη και ισχυρή Τουρκία, με περιφερειακές, αν όχι παγκόσμιες αξιώσεις. Η αλήθεια είναι ότι κατάφερε να αναβαθμίσει τη χώρα του σαν σημαντικό διεθνή παίκτη σε πολλούς τομείς στα χρόνια της κυριαρχίας του. Βέβαια, τέτοιες αξιώσεις (π.χ. γαλάζια πατρίδα), είναι ευθεία απειλή για την χώρα μας.
Τι μπορούμε να κάνουμε; Μα φυσικά να προβάλουμε το δικό μας όραμα. Όχι μόνον για να αντιμετωπίσουμε μια απειλή, αλλά κυρίως διότι αυτό είναι προς το συμφέρον του λαού μας. Το όραμα μιας δημιουργικής, πλούσιας και δημοκρατικής Ελλάδας, χώρας της γνώσης και του πολιτισμού που διαπρέπει ως ισχυρή περιφερειακή οικονομική και τεχνολογική δύναμη μπορεί και τους πολίτες να εμπνεύσει και πολλούς κινδύνους να αποτρέψει. Όλοι θα θέλουν να τα έχουν καλά με την κότα που έχει το χρυσό αυγό.
Έχουμε τέτοιο όραμα σαν κοινωνία; Κατά τη γνώμη μου, δυστυχώς όχι. Διάφορα κόμματα του δημοκρατικού τόξου ψελλίζουν ή διατυμπανίζουν διάφορες επί μέρους σχετικές απόψεις προεκλογικά, αλλά κανένα δεν προσφέρει ολοκληρωμένο όραμα, ή το κρατά καλά κρυμμένο για τον εαυτό του. Ούτε βέβαια ο προεκλογικός διαγκωνισμός για το ποιός θα τάξει περισσότερα είναι όραμα. Για να μοιράσεις πλούτο, πρέπει πρώτα να τον δημιουργήσεις. Αλλιώς μοιράζεις υποσχέσεις ή υποσχετικές ή δανεικά. Για τη δημιουργία πλούτου δεν φτάνει μόνον ο ελληνικός ήλιος και η θάλασσα. Επειδή η ‘Κοινωνία της Γνώσης’ είναι το μέλλον, χρειάζονται και γνώσεις και ιδέες και πολλή δουλειά.
Μπορούμε να φτιάξουμε μια δημιουργική, πλούσια και δημοκρατική Ελλάδα; Μα φυσικά, αν αξιοποιήσουμε τη θέση, τις ευκαιρίες και το μυαλό μας. Για να αναφερθώ στο αντικείμενό μου, οι νέες τεχνολογίες (η Τεχνητή Νοημοσύνη και η Πληροφορική ειδικότερα) προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης όχι μόνον του τομέα των υπηρεσιών, αλλά όλης της οικονομίας. Χρειάζεται όμως ριζική αναδιάρθρωση και του εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε να δημιουργεί μορφωμένους πολίτες, και του παραγωγικού μοντέλου της χώρας που θα τους αξιοποιεί. Δεν είδα το θέμα αυτό να είναι μέρος του προεκλογικού διαλόγου, παρ’ ότι ο σχετικός διεθνής διάλογος κορυφώνεται και φθάνει μέχρι και σε μας. Όντως, θα μπορούσε η Ελλάδα να γίνει περιφερειακό κέντρο γνώσης, εκπαίδευσης και υπηρεσιών (πχ, ιατρικών και χρηματοοικονομικών) και παραγωγής τεχνολογίας διεθνούς επιπέδου, κάτι σαν ένας συνδυασμός Σιγκαπούρης και Ισραήλ, όμως προς στο δημοκρατικότερο. Αν το πετύχουμε, όλοι θα γίνουμε πλουσιότεροι. Και μόνον τότε θα γυρίσουν και οι πολλοί που έφυγαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Μπορούμε να τα καταφέρουμε; Φυσικά, αν το προσπαθήσουμε στα σοβαρά. Στη μεταδικτατορική περίοδο είχαμε όραμα να γίνουμε μια δημοκρατική δυτικόστροφη χώρα. Εν πολλοίς, τα καταφέραμε. Είχαμε βέβαια και πολλά και σοβαρά στραβοπατήματα, ρεμούλα από πλευράς της άρχουσας τάξης και ροπή προς τα εύκολα και τα άκοπα (από πλευράς όλων).
Θα μπορούσα να πω πολλά ειδικότερα και για τους στόχους και για τις μεθόδους, αλλά το όραμα πρέπει να μπορεί να περιγραφεί σε μία γραμμή και να είναι κρυστάλλινα κατανοητό από όλους. Αν το όραμα γίνει πλειοψηφική τάση, τότε η καθεμία/καθένας θα κάνει τη δουλειά της/του, όπως αυτή/αυτός ξέρει καλύτερα, αρκεί να πιάσει το νόημα που τον εκφράζει. Βέβαια, το όραμα μπορεί να πάρει γαλάζιες, πράσινες, ροζ ή άλλες αποχρώσεις, η κάθε μία με τη δική της δυναμική και ελκυστικότητα. Συγκρούσεις θα υπάρχουν, πολλές και έντονες, αλλά νομίζω ότι το γενικότερο μακροπρόθεσμο συμφέρον (και κέρδος) θα υπερκεράσει κατά πολύ και θα συμπαρασύρει το ατομικό.
*Ο Ιωάννης Πήτας είναι καθηγητής στο Τμήμα Πληροφορικής ΑΠΘ