Το “αντίο” του Ιδρύματος στα 131 μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας που αφυπηρέτησαν
ΑΠΘ:
Ήταν 131 τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που αποχώρησαν κατά τη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους 2021- 2022. Οι 131 τιμήθηκαν σε ειδική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε χθες, Πέμπτη 1η Σεπτεμβρίου 2022, στο Πανεπιστημιακό Αγρόκτημα του ΑΠΘ, όπως ανέφερε το Ίδρυμα σε ανακοίνωσή του.
Στον χαιρετισμό του, ο πρύτανης του ΑΠΘ, καθηγητής Νικόλαος Γ. Παπαϊωάννου, αφού ευχαρίστησε για την προσφορά τους όλα τα μέλη του ΑΠΘ που αφυπηρετούν, αναφέρθηκε στο λειτούργημα του Δασκάλου σημειώνοντας ότι «φέρει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που ο Ελευθέριος Βενιζέλος προόριζε για τους πολιτικούς: είναι κι αυτό ένα “χούι”, σχεδόν αδύνατον να εξέλθει του ανθρώπου, και γνωρίζω πως οι περισσότεροι από εσάς θα συνεχίσετε να το υπηρετείτε».
Στην ομιλία του, με θέμα: «Πού πας Καραβάκι με Τέτοιο Καιρό;», ο καθηγητής του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του ΑΠΘ Ξενής Σαχίνης, μεταξύ άλλων, επισήμανε «ήμασταν τυχεροί στη ζωή μας, γιατί ένα μεγάλο κομμάτι της το περάσαμε κοντά με τα νιάτα που μας εμπιστεύθηκαν τη δίψα τους για γνώση. Ο κύκλος των σχέσεων με τις επιστήμες και τις τέχνες δεν κλείνει. Οι ανάγκες μιας ζωής, συνήθειες ερευνητικές και συμβουλευτικές πάντοτε θα υπάρχουν. Αλλά ας δώσουμε τον χώρο που δικαιούνται και στους νεότερους και νεότερες συναδέλφους να αφήσουν και εκείνοι/ες το δικό τους στίγμα στο στερέωμα. Τίποτα δεν κλείνει και ας ακούγεται παράξενο, ο ορίζοντας διευρύνεται ακόμα περισσότερο».
Η ομιλία του κου Ξενή Σαχίνη:
« ΠΟΥ ΠΑΣ ΚΑΡΑΒΑΚΙ ΜΕ ΤΕΤΟΙΟN ΚΑΙΡΟ;»
Το όνομα του καραβιού αυτού είναι ΤΕΧΝΗ. Είναι χτισμένο όχι με ξύλο αλλά με τα κορμιά και τις ψυχές
των καλλιτεχνών κάθε είδους . Στο τσούρμο αυτού του καραβιού υπάρχουν όλες οι φυλές και όλες οι
θρησκείες και σημειωτέον, δεν είναι πειρατικό. Απαντάει, λοιπόν, το καραβάκι: “Πάω σε τόπους που
βλέπω τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο, τη θάλασσα να κυματίζει. Λίγο ακόμα να σηκώσω τα πανιά μου, λίγο ψηλότερα μα ποτέ δε μου φτάνει. Πλέω σε θάλασσες, βλέπω στον ορίζοντα τα λιμάνια και, όταν τα πλησιάζω, αυτά απομακρύνονται. Αυτό δεν είναι μαρτύριο, αλλά δημιουργία. Χαράσσω πορεία με τον εξάντα, με το φως του ήλιου και των αστεριών. Πάω σε τόπους που λέγονται Μουσεία. Πάω στο Βρετανικό Μουσείο να δω τα παιδιά μου που τα απήγαγε ο Έλγιν και τα έχει ακόμα φυλακισμένα. Σε έναν τόπο που το φως του σπάνια παράγει σκιά. Πάω στο Πράδο να δω τον Γκόγια και τη σειρά των χαρακτικών του Τα Δεινά του Πολέμου.
Και έφριξα, όταν αρχηγοί κρατών στρατιωτικού συνασπισμού συναθροίσθηκαν μπροστά στα έργα μου
με ένα ποτήρι κρασί, για να χαλαρώσουν μετά τα συμπεφωνημένα της Συνόδου. Τι βιασμός, αλήθεια!
Σκέφτομαι τότε τον Χόρχε Σεμπρούν, ισπανό συγγραφέα, μέλος της Γαλλικής Αντίστασης, κρατούμενο στο Μπούχενβαλντ και υπουργό Πολιτισμού της Ισπανίας, που λέει ότι κανένας στρατός δεν είναι αθώος.
Συνεχίζοντας πάω στην Παλμύρα να δω τις καταστροφές που επέφερε ο θρησκευτικός φανατισμός
στα μνημεία της. Στο Ρότερνταμ, να δω το γλυπτό του γλύπτη Zάτκιν για τον βομβαρδισμό του 1940, στο
Κόβεντρυ, να δω τον κατεστραμμένο και αναστημένο καθεδρικό ναό, αλλά και στη Δρέσδη να δω τη Φράουεν Κίρχε, ξαναχτισμένη κι αυτή μετά την ολοσχερή καταστροφή της κατά το βομβαρδισμό του 1945. Πόσο αυτοκαταστροφικός μπορεί να γίνει ο άνθρωπος, όταν ακυρώνει τον καλύτερο εαυτό του και τα καλύτερα έργα του! Ύβρις και αισχύνη. Και μέσω των ποταμών και των καναλιών σκοπεύω στη συνέχεια να φτάσω στο Λούβρο να δω και τα άλλα ξενιτεμένα μου παιδιά, την Αφροδίτη της Μήλου και τη Νίκη της Σαμοθράκης. Εκεί θα αποτίσω φόρο τιμής στον ζωγράφο Ντελακρουά για τη ζωγραφική του στο έργο Η Καταστροφή της Χίου, όπως και στο έργο Η Ελευθερία οδηγεί τον Λαό στα Οδοφράγματα. Απέναντι από τον Ντελακρουά στο Λούβρο βρίσκεται ο Ένγκρ με μια ζωγραφική, κήρυκα της αστικής τάξης. Ωστόσο η Γαλλική Δημοκρατία, στο παρελθόν, προτίμησε να τιμήσει τον Ντελακρουά και
τύπωσε σε κάθε χαρτονόμισμα των 100 φράγκων το έργο του Η Ελευθερία οδηγεί τον Λαό στα
Οδοφράγματα. Γιατί η Τέχνη πρέπει να έχει ως αποδέκτη όσο το δυνατόν πλατύτερα κοινωνικά
στρώματα. Μερικά έργα Τέχνης δεν είναι μόνο θαυμαστά επιτεύγματα αλλά κατέχουν τη θέση ενός
κεφαλαίου στην Ιστορία του Ανθρώπου. Εκεί στο Παρίσι έχω ακόμα να δω τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι και τον ρουμάνο γλύπτη Κωνσταντίν Μπρανκούζι που μου είπε κάποτε: «Ένα απόγευμα ένα πουλί πέταξε μέσα στη σοφίτα μου. Ήθελε να βγει έξω αλλά έχασε τον δρόμο του. Ξέφρενα πετούσε πάνω στους τοίχους, τα παράθυρα, τα φώτα και τους εξαεριστήρες. Ένα άλλο πουλί μπήκε μέσα στη σοφίτα μου, έμεινε λίγα λεπτά σε μια διακοσμητική προεξοχή του τοίχου και μετά πέταξε έξω, βρίσκοντας τον δρόμο του πίσω στον ουρανό. Το ίδιο συμβαίνει με τους καλλιτέχνες. Το να βλέπεις είναι ένα πράγμα, το να προχωράς είναι ένα άλλο. Μόνο η πράξη μετράει.». Και πρόσθεσε και αυτό: «Μη ξεχνάς ότι είσαι καλλιτέχνης. Μη χάνεις το κουράγιο σου, μη φοβάσαι τίποτα και στο τέλος θα πετύχεις. Δημιούργησε σαν τονΘεό, διοίκησε σαν βασιλιάς και δούλεψε σαν σκλάβος. Δεν είμαι πια αυτού του κόσμου. Είμαι μακριά από τον εαυτό μου, αποσπασμένος από το πρόσωπό μου. Είμαι στο βασίλειο του Ονείρου του Πραγματικού». Κάτω από τη σκέπη του Μουσείου Πομπιντού στο Παρίσι, σ΄αυτή τη θαυμάσια πόλη με τα μοναδικά αρχιτεκτονήματά της, συναντήθηκα με τον πρώτο υπουργό Πολιτισμού στην Ιστορία του Ανθρώπινου Γένους. Τον συγγραφέα του έργου Ελπίδα ,τον Α. Μαλρό. Τον αεροπόρο των Δημοκρατικών στο δράμα του Ισπανικού Εμφύλιου και αγωνιστή της Γαλλικής Αντίστασης στη Γερμανική Κατοχή. Μου διάβασε ένα κομμάτι από το κείμενο του επικήδειου που ο ίδιος εκφώνησε για το μέγιστο των Αρχιτεκτόνων, τον Λε Κορμπουιζιέ, κατά κόσμο Σαρλ Ζανερέ. «Οι Έλληνες αρχιτέκτονες, με βαθιά θλίψη, αποφάσισαν να στείλουν τον πρόεδρό τους στην κηδεία του Λε Κορμπουιζιέ για να αποθέσει στον τάφο του χώμα από την Ακρόπολη». Και συνέχισε: «Χθες από την
Ινδία, τόπο όπου ο Λε Κορμπουιζιέ κατασκεύασε αρκετά από τα θαυμάσια έργα του αλλά και την
πρωτεύουσα που έχτισε την Τσάντιγκαρ, ήρθαν απεσταλμένοι να ράνουν με νερό από τον Γάγγη τις
στάχτες ως υπέρτατο φόρο τιμής». Και αμέσως μετά η αιώνια ανταμοιβή. «Τι όμορφο που η Ελλάδα είναι παρούσα αυτό το βραδάκι σε αυτή τη λαμπρή αυλή την οποία κατά σειρά διαμόρφωσαν ο Ερρίκος ο Β, ο Ρισελιέ, ο Λουδοβίκος ο 14ος και ο Ναπολέοντας και που αυτό το δειλινό η Σκεπτόμενη Θεά κλείνει το δόρυ της επάνω στο φέρετρό του!»
Ξέρω και κάποιο άλλον στη δική μας πόλη που έφερε πίσω, κληρονομιά Μνήμης, χώμα και χαλικάκια της σιδηροδρομικής γραμμής από το στρατόπεδο του Άουσβιτς, Μπιρκενάου. Και εκεί Μουσείο, φυλάκιο Μνήμης είναι τώρα. Θα γυρίσω έπειτα στο Αστυνομικό Μέγαρο της Θεσσαλονίκης, στο Τμήμα Κακοποιημένων Παιδιών να βοηθήσω με τα χρώματά μου τις σφαλισμένες παιδικές ψυχές να ανοίξουν.
Θα σταματήσω, όμως, να μιλώ για το ταξίδι, γιατί τώρα θα δώσω μια άλλη απάντηση στο ερώτημα του τίτλου, πού πας καραβάκι με τέτοιον καιρό. Πριν όμως απαντήσω, θα υποκύψω στον τελευταίο πειρασμό να διασχίσω τον Ατλαντικό, για άλλη μια φορά με σκοπό να βρω μια άλλη μεγάλη αγάπη στην Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσιγκτον . Την Κοπέλα με το Κόκκινο Μπονέτ του Βερμέερ.
Απαντώ, τώρα στο ερώτημα. Πάω στις Σχολές Καλών
Τεχνών, εκεί όπου οι καλλιτέχνες πλάθουν, δημιουργούν με χρώμα και με ύλη και σχηματοποιούν
το χάος, εκεί που ο γραπτός λόγος συναντά την υποκριτική στις ορχήστρες των αρχαίων θεάτρων. Εκεί
όπου σπουδάζει κανείς τη μουσική, ως συνθέτης ή ως σολίστας και τη μελετά ως φαινόμενο και εκεί όπου ο κινηματογράφος αποκαλύπτει τα μυστικά της κινούμενης εικόνας στη σύζευξή της με το κείμενο και όλους τους παράγοντες της τελικής σύνθεσης μίας ταινίας.
Σε αυτές τις Σχολές όπου η διδασκαλία γίνεται πρόσωπο με πρόσωπο, που δεν είναι ποτέ γραμμική,
όπου οι διδάσκοντες και οι διδασκόμενοι αναπτύσσουν ένα δικό τους κώδικα επικοινωνίας και εμπιστοσύνης, όπου ο λόγος των διδασκόντων δεν είναι απορριπτικός αλλά προσεκτικά ενθαρρυντικός, έτσι ώστε ο/η νεότερος καλλιτέχνης/ις να αρθρώσουν τον προσωπικό καλλιτεχνικό τους λόγο που τους οδηγεί στα μονοπάτια της προσωπικής καλλιτεχνικής έρευνας. Η καλλιτεχνική έρευνα μπορεί να μην έχει τίποτα κοινό με την επιστημονική, αλλά είναι έρευνα η οποία πιστοποιείται από την Ιστορία της Τέχνης και εκτίθεται στα Μουσεία.
Είναι εξίσου με την επιστημονική μια έρευνα, όπου ο ερευνητής αναλαμβάνει τον ευγενή κίνδυνο της
αποτυχίας. Ο αξέχαστος Γιάννης Αντωνόπουλος σε ένα διάλογο που είχαμε κάποτε μου είπε: «Αν εγώ, ο
επιστήμονας, καταλάβαινα τι έρευνα κάνεις, τότε δε θα έκανες έρευνα και με τον ίδιο τρόπο αν εσύ, ο
καλλιτέχνης, καταλάβαινες τι έρευνα κάνω, τότε δε θα έκανα εγώ έρευνα».
Ανατρέχοντας πάλι στη ζωή του Μπρανκούζι σε σχέση τώρα με την καλλιτεχνική έρευνα μεταφερόμαστε στο 1926 όταν ο Μπρανκούζι έχει έκθεση στην γκαλερί Μπρούμερ στις ΗΠΑ. Το τελωνείο δε θεωρεί ότι το έργο το, Χρυσό πουλί στο Διάστημα, έχει καλλιτεχνική αξία και θέλει να το φορολογήσει ως κομμάτι μέταλλο από το εξωτερικό. Μετά δύο χρόνια δικών, ο καλλιτέχνης και η Ιστορία του πολιτισμού επιτέλους κερδίζουν.
Ίσως αυτόv τον καιρό, νάτος επιτέλους και ο δύσκολος καιρός, η Τέχνη να μη θεωρείται ανταποδοτική και να μην τυγχάνει της δέουσας προσοχής από τα διευθυντήρια που ορίζουν τις χρηματοδοτήσεις για την παιδεία που αφορά στον πολιτισμό. Η Τέχνη δεν ήταν ποτέ ανταποδοτική. Οι καλλιτέχνες πάντοτε έκαναν τη «δουλειά τους» και η αισθητική που παρήγαγαν πολλές φορές έδωσε το στίγμα της στην εποχή, ανεξάρτητα από τη μικρή ή μεγάλη οικονομική τακτοποίηση της ζωής τους. Μερικές φορές θεωρούνταν άχρηστοι, παράξενοι, άξιοι χλεύης. Κανείς ,όμως, δε σταμάτησε να κάνει αυτό που ήξερε να κάνει, να κάνει ΤΕΧΝΗ.
Ήταν οι μουσικάντηδες, οι θεατρίνοι, οι μπογιατζήδες, οι γραφικοί, και όμως πάντα παραγωγικοί. Ας
σκεφτούμε εκείνο το παλιό παραμύθι που τα ποντίκια ακολουθούν τις μαγικές νότες του αυλητή και η
πολιτεία απαλλάσσεται από τον κίνδυνο της πανώλης. Ας σκεφτούμε το βίο και την πολιτεία του Θεόφιλου.
Είναι οι Σχολές που καθένας/καθεμιά επέλεξαν να σπουδάσουν όχι τυχαία, αλλά γιατί η επιλογή αυτή
ήταν το όνειρο της ζωής τους. ‘’ Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, ήμασταν τυχεροί στη ζωή μας, γιατί ένα μεγάλο κομμάτι της το περάσαμε κοντά με τα νιάτα που μας εμπιστεύθηκαν τη δίψα τους για γνώση. Ο κύκλος των σχέσεων με τις επιστήμες και τις τέχνες δεν κλείνει. Οι ανάγκες μιας ζωής, συνήθειες ερευνητικές και συμβουλευτικές πάντοτε θα υπάρχουν. Αλλά ας δώσουμε τον χώρο που δικαιούνται και στους νεότερους και νεότερες συναδέλφους να αφήσουν και εκείνοι/ες το δικό τους στίγμα στο στερέωμα. Τίποτα δεν κλείνει και ας ακούγεται παράξενο, ο ορίζοντας διευρύνεται ακόμα περισσότερο.
Καθηγητής Ξενής Σαχίνης”