Σε γνωστές ατραπούς
Του Γιώργου Κακλίκη*:
Οι ακραίες δηλώσεις του τούρκου προέδρου έχουν αυξήσει την τοξικότητα των σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες με την ανάγκη αναζήτησης διεξόδου να γίνεται επείγουσα προτού οι εξελίξεις φτάσουν στο σημείο χωρίς επιστροφή. Αν αυτό συμβεί, η συνέχεια είναι γνωστή: υποχρέωση Ελλάδας και Τουρκίας να βρεθούν σε τραπέζι διαπραγματεύσεων και – ανάλογα με το κλίμα που θα έχει επικρατήσει και τους συσχετισμούς που θα έχουν διαμορφωθεί και κατόπιν πιέσεων – εξεύρεση σημείων συνεννόησης ώστε οι δύο πλευρές να έλθουν σε συμφωνία. Προκειμένου οι δύο χώρες να μη φτάσουν στα άκρα είναι προτιμότερο να προχωρήσουν στην επιλογή των γνώριμών τους «διερευνητικών επαφών» με σκοπό τη ρύθμιση των θεμάτων υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Μπορεί η Άγκυρα να επιδιώκει να εντάξει στις διερευνητικές όλα τα θέματα τα οποία εγείρει, σκόπιμο όμως είναι να της υπενθυμίζεται πως σαφώς θα τη συνέφερε να προχωρήσει στα δύο βασικά, εκείνα της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ, δείχνοντας στη διεθνή κοινή γνώμη αν διαθέτει καλή πίστη μετά τα όσα ανατρεπτικά έχει ενσπείρει στον γεωγραφικό της περίγυρο.
Θα είναι δύσκολη η προσπάθεια να οδηγηθεί ξανά η Τουρκία στις «διερευνητικές». Η δυναμική που έχει αποκτήσει η εμπρηστική ρητορική κατά της Ελλάδας δεν είναι εύκολο να παύσει διαμιάς, ενώ, με την επιθετική πολιτική, μέρος της τουρκικής κοινωνίας διακατέχεται από μίσος έναντι της Ελλάδας όσο και αν πρόσφατη δημοσκόπηση έδωσε στους ακραίους ποσοστά μικρότερα από όσα ανέμενε η τουρκική κυβέρνηση. Έτσι, ένα από τα ερωτήματα που τίθενται είναι αν οι δύο λαοί θα παραμερίσουν, κάποια στιγμή, την αμοιβαία κακή εικόνα και αν, ακόμα και έπειτα από μια υποτιθέμενη ευτυχή κατάληξη, θα προσεγγίσουν με ανοιχτό πνεύμα ο ένας τον άλλον. Γι’ αυτό επείγει να γίνουν σοβαρές κινήσεις. ‘Οχι κατευνασμού, αλλά ουσίας. Και αυτές μπορούν να προέλθουν από την πλευρά που εξακολουθεί να παραμένει νηφάλια, αλλά και σε εγρήγορση, γνωρίζοντας το μέγεθος της αποτρεπτικής της δύναμης. Λαβές για διατάραξη της μεσογειακής ησυχίας δεν έχει δώσει η Ελλάδα και όλοι διαπιστώνουν την καλή της πίστη και τη διαρκώς επαναλαμβανόμενη διάθεσή της για διάλογο. Ίσως αυτό ωθήσει την Άγκυρα να αναλογιστεί αν, για να αποτελεί πράγματι σημαντικό παράγοντα στο ΝΑΤΟ, την εξυπηρετεί περισσότερο η εξομάλυνση των σχέσεών της με την Αθήνα.
Οι παρακινδυνευμένες κινήσεις του Ερντογάν οδηγούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο χείλος του γκρεμού, με την Ατλαντική Συμμαχία να απειλείται με καταστροφικό ρήγμα και με διάσπαση της ενότητάς της έναντι της ρωσικής επιθετικότητας. Οι μηχανισμοί ειρήνης υπάρχουν και είναι έτοιμοι να λειτουργήσουν. Η προσφυγή στη Χάγη είναι σαφώς προτιμότερη από τις εκτός διεθνούς δικαστηρίου πολιτικές διαδικασίες, οι οποίες επιτρέπουν την παρείσφρηση σειράς τρίτων με επιδιώξεις που δεν εξυπηρετούν κατ’ ανάγκην τα συμφέροντα και των δύο συνομιλητών. Αντίθετα, το Διεθνές Δικαστήριο, διαθέτοντας κύρος ως όργανο των Ηνωμένων Εθνών, θα δώσει λύση, η οποία ενδέχεται μεν να μην ικανοποιήσει το σύνολο των στοχεύσεων κάθε πλευράς, θα θέσει όμως τα θεμέλια μιας μακρόχρονης ειρηνικής συνύπαρξης. Αρκεί η απόφασή του να μην αμφισβητηθεί στο μέλλον από οποιονδήποτε θεωρήσει πως κάποιες συγκυρίες θα είναι ευνοϊκές για νέες αναθεωρητικές διαθέσεις.
*Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή, ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ- Η αναδημοσίευση του εδώ φέρει τη σύμφωνη γνώμη του συντάκτη του