«Κοινωνία συμφέροντος»
Του Γιώργου Κακλίκη* :
Από τη στιγμή που άρχισε να συζητείται η ανανέωση της ελληνοαμερικανικής συμφωνίας (MDCA) η Άγκυρα εστίασε στην Αλεξανδρούπολη με τους πολιτικούς της και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να αναφέρονται στην εγγύτητα των αμερικανικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων στη Θράκη και να επισημαίνουν τη μόλις 40 χιλιομέτρων απόσταση που τις χωρίζει από τα τουρκικά σύνορα.
Και ενώ η Τουρκία εξακολουθεί να υπενθυμίζει την ιδιότητά της ως μέλους της Ατλαντικής Συμμαχίας δείχνει σαφώς την αντίθεσή της στην αμερικανική παρουσία εγγύς των συνόρων της έως εάν μη φιλική δύναμη στρατοπέδευε στη γειτονιά της. Χαρακτηριστικά της δυσφορίας που έχει καταλάβει την Άγκυρα η οποία αντιλαμβάνεται ότι η εδραίωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στη Θράκη, ακόμα και αν ουδεμία σχέση έχει με την Τουρκία, δρα εκ των πραγμάτων αποτρεπτικά σε ενδεχόμενη επιθετική δραστηριότητα κατά ελληνικών εδαφών. Με την αντίληψη αυτή να ενισχύεται από το περιεχόμενο της επιστολής Μπλίνκεν που συνόδευσε την ελληνοαμερικανική Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας. Ασφαλώς και η τουρκική πλευρά είναι ικανή να αντιληφθεί τη σημασία της επιλογής της Ουάσιγκτον που, παρά τη στροφή του ενδιαφέροντός της πρώτιστα στην Ασία, ενισχύει την παρουσία της στην Ελλάδα. Την Ελλάδα που ενισχύεται ακόμα περισσότερο για τον σταθεροποιητικό ρόλο που από τη θέση της καλείται να παίξει στα Δυτικά Βαλκάνια που φαίνεται να ξέχασαν την περιπέτεια της δεκαετίας του ‘90 με την αφύπνιση δαιμόνων εθνικιστικού αλυτρωτισμού.
Η εκβάθυνση του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης και σειρά έργων τόσο σε αυτό όσο και στη γύρω περιοχή αποτελούν στοιχεία ενδεικτικά της ειλημμένης απόφασης ουσιαστικής εδραίωσης του αμερικανικού στρατιωτικού παράγοντα στο βορειοανατολικό άκρο της Ελλάδας. Με κάθε άλλο παρά αμελητέα τα οφέλη για την τελευταία της οποίας η ενισχυμένη αίσθηση ασφάλειας δίνει ευρύτερο πεδίο οικονομικής και άλλης ανάπτυξης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ευημερία του πληθυσμού της.
Με την εξέλιξη αυτή οι ΗΠΑ όχι μόνο εξυπηρετούν δικούς τους προγραμματισμούς αλλά δείχνουν έμπρακτα στην Άγκυρα ότι η υπερφίαλη εξωτερική της πολιτική και η προώθηση των πεσσών της σε μακρινές από αυτήν περιοχές και στην ευρύτερη γειτονιά της, ενοχλούν. Ενοχλούν την υπερδύναμη που στρέφει το ενδιαφέρον της προς άλλες διεξόδους οι οποίες, όπως συμβαίνει με την ουσιαστική παράκαμψη των Στενών, αναπόφευκτα αφαιρούν στοιχεία από τη σημασία του ρόλου της Τουρκίας που, προκαλώντας βαθύ ρήγμα στην από δεκαετιών αντίληψη της αμερικανικής γραφειοκρατίας για τη συμμαχική της χρησιμότητα, στην πράξη έχει παύσει να αποτελεί τον «ακρογωνιαίο λίθο της Ατλαντικής Συμμαχίας».
Οι αρνητικές σχέσεις Άγκυρας με Ουάσιγκτον και γενικότερα τη Δύση δεν εκλαμβάνονται πλέον ως ένα απλό σκοτεινό διάλειμμα στη σύμπλευση της Τουρκίας με τον δυτικό κόσμο. Την πολιτική του τούρκου ηγέτη ακολουθεί κατά πόδας η συντριπτική πλειοψηφία της αντιπολίτευσης της χώρας του, πράγμα που καθιστά προφανές ότι η τελευταία είναι πλέον δέσμια των μεγαλοϊδεατικών επιλογών της σημερινής κυβέρνησης. Επιλογών που, για λόγους πολιτικής επιβίωσης, οι άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί υιοθετούν αντιλαμβανόμενοι ότι τα αφηγήματα περί συνεχιζόμενου «μεγαλείου» εξακολουθούν να συγκινούν τις μάζες του εκλογικού σώματος. Ενός σώματος το οποίο, μη έχοντας στην κυριολεξία «άρτον», πρέπει να τραφεί με θεάματα ενδόξου μέλλοντος και κατακτήσεων.
*Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή, ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα “ΝΕΑ”- Η αναδημοσίευσή του φέρει τη σύμφωνη γνώμη του συντάκτη του