Μετά την αναγνώριση
Του Γιώργου Κακλίκη, πρέσβη επί τιμή, ειδικού συμβούλου του ΕΛΙΑΜΕΠ:
Πραγματικότητα πλέον είναι η αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από τις ΗΠΑ. Η αλλαγή αμερικανικής Διοίκησης ανέδειξε άλλες προτεραιότητες και την ανάγκη για καταλυτική απάντηση στις έξαλλες επιλογές του μηδίσαντος Ερντογάν. Το γεωπολιτικό του επιχείρημα δεν αποτελεί πλέον δικαιολογία για τη μη αναγνώριση του εγκλήματος αυτού κατά της ανθρωπότητας.
Η αμερικανική κίνηση ενοχλεί βαθιά τον πρόεδρο της Τουρκίας. Αν κατορθώσει να ξεπεράσει την αναμενόμενη μεγάλη δυσαρέσκεια και οργή του λαού του για την οδυνηρή αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας – παρασάγγας μεγαλύτερης από εκείνη που προκαλούν η κακή οικονομική κατάσταση και οι αποκλεισμοί από αμυντικά προγράμματα και προμήθειες – είναι βέβαιο πως οι αμερικανικές πιέσεις θα επηρεάσουν τις αποφάσεις του. Πρώτη πιθανή αλλαγή θα είναι μια ήπια ένδειξη καλής βούλησης και προσαρμογής της Άγκυρας που δεν επιθυμεί να οξυνθούν και άλλο οι σχέσεις της με τη Δύση. Στο εσωτερικό, πάλι, ο τούρκος πρόεδρος θα προσπαθήσει να μη θεωρηθεί ότι έχει καμφθεί σε μια περίοδο που ήδη μπορεί να χαρακτηρίζεται προεκλογική. Όταν η δημοτικότητά του βρίσκεται χαμηλά και ο ίδιος καταλήγει να αμύνεται με ύφος μάρτυρα έναντι του παραλληλισμού της τύχης του με εκείνη του Αντνάν Μεντερές, ο τούρκος πρόεδρος δείχνει να αγωνιά για το ίδιο του το μέλλον και για την τύχη των προσδοκιών του για τη θριαμβική επιστέγαση του περάσματός του στην ιστορία.
Καλό είναι να μην απομακρύνεται από τον ορίζοντα της Δύσης το ενδεχόμενο η σημερινή δυσμενής για την Τουρκία κατάσταση να αναστραφεί και πάλι. Το σημαντικό για την Ελλάδα είναι να συνεχίσει να κινείται χωρίς αναστολές, αναζητώντας σταθερά έναν τρόπο συμβίωσης με τον επικίνδυνα δύστροπο γείτονα. Η αδράνεια συνιστά πολιτική προς αποφυγήν. Έχει μεσολαβήσει μια περίοδος κατά την οποία η Ελλάδα θεωρούσε ότι η συμπεριφορά της Τουρκίας ακύρωνε τη διμερή συνεννόηση. Ας θυμηθούμε όμως με ποιους ρυθμούς ξεκίνησε η επαναπροσέγγιση με αφορμή τους παράλληλους σεισμούς στις δύο χώρες και ποια συνέχεια είχε.
Ας μη ξεχνάμε ακόμα πως όταν η Ελλάδα ζητά τη συνδρομή συμμάχων της και τρίτων, οφείλει να έχει ήδη δώσει δείγματα καλής πίστης και βούλησης για συνεννόηση με μια επιθετική Τουρκία. ΄Ώστε να μη μένουν περιθώρια για εκμετάλλευση των κενών που θα άφηνε η ενδεχόμενη διπλωματική αδράνεια της Αθήνας, από την Άγκυρα ή από πρόθυμους τρίτους. Η ετοιμότητα για διάλογο προβάλλεται από κάποιες σχολές σκέψης ως ενδοτικότητα. Όμως, η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να θέτει ενώπιον της Τουρκίας και της διεθνούς κοινότητας τις θέσεις της. Δεν σύρεται σε συζητήσεις, αλλά τις επιδιώκει ως μια πολύ υπολογίσιμη δύναμη που προτάσσει το διεθνές δίκαιο και την ειρηνική διευθέτηση. Βασική επιδίωξη της Αθήνας είναι να πείσει τον τούρκο πρόεδρο, ευθέως ή εμμέσως, ότι εφόσον στο θέμα των θαλάσσιων ζωνών δεν υπάρχει σύγκλιση, η ρύθμισή του εναπόκειται στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και πως έτσι, με τη σφραγίδα των Ηνωμένων Εθνών – όργανο των οποίων είναι το δικαστήριο αυτό – το εσωτερικό του ακροατήριο θα δεχτεί τη λύση χωρίς να του προσάψει απεμπόληση των θέσεων που προβάλλει μέχρι σήμερα.
Το παρόν άρθρο δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ
Η αναδημοσίευσή του στο diontv.gr γίνεται με την έγκριση του κου Κακλίκη