Βαλκανικά κενά, ΕΕ και τρίτοι
Του Γιώργου Κακλίκη*:
Η πρόσφατη προσέγγιση της Σερβίας και του Κοσόβου από τη γερμανική πλευρά αποτέλεσε σαφή ένδειξη της βούλησης του Βερολίνου για την ανανέωση του ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος των Δυτικών Βαλκανίων. Οι διαδοχικές συναντήσεις του καγκελάριου Σολτς με τον πρωθυπουργό του Κοσόβου και τον πρόεδρο της Σερβίας είναι ενδεικτικές της βούλησης της Γερμανίας να διαδραματίσει θετικό ρόλο στη Βαλκανική μεριμνώντας, παράλληλα, να απομακρύνει όσες σκιές έχουν απομείνει από τη δραστηριοποίησή της στην περιοχή κατά το τέλος της δεκαετίας του ‘90. Σε αυτό το πνεύμα κινήθηκε και η κυρία Λάμπρεχτ, γερμανίδα υπουργός Άμυνας, η οποία πραγματοποίησε πρόσφατα ταξίδι σε βαλκανικές χώρες, απ’ όπου διακήρυξε την επιθυμία της χώρας της για εδραίωση της σταθερότητας στην περιοχή, τονίζοντας ότι «η περιοχή πρέπει να παραμείνει σταθερή, καθώς μόνο αυτό αποτελεί εγγύηση για μια προσέγγιση με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ».
Πέρα από τη, σχεδόν άνευ όρων στραμμένη προς τη Δύση, Πρίστινα, το Βελιγράδι δήλωσε «διατεθειμένο να πράξει τα πάντα» προκειμένου να φτάσει σε συμβιβαστική λύση με το Κόσοβο, με την υπογράμμιση από τον πρόεδρο Βούτσιτς ότι «η χώρα του βρίσκεται σαφώς στον δρόμο της Ευρωπαϊκής Ενωσης».
Η θετική αυτή πρωτοβουλία της Γερμανίας έναντι των Βαλκανίων είναι κίνηση η οποία πρέπει να υποστηριχθεί τόσο από την πλευρά των βαλκανικών λαών που βρίσκονται ακόμα εκτός εταιρικών και συμμαχικών δομών όσο – εξίσου σημαντικό – από το σύνολο των κρατών-μελών της ΕΕ. Τα τελευταία αντιμετωπίζουν μεν θετικά την ευρωατλαντική προοπτική του τμήματος αυτού της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, όμως το ενδιαφέρον τους πρέπει να εκδηλώνεται και έντονα και σταθερά. Όσο για τις οξύνσεις στις σχέσεις των βαλκάνιων γειτόνων μας, όπως τόνισε ο γερμανός καγκελάριος, «ειδικά σε περιόδους σαν την τρέχουσα, οι μονομερείς ενέργειες και η πολεμική ρητορική δεν βοηθούν». Προσθέτοντας ότι για την αναγκαία εξομάλυνση των σχέσεων Σερβίας και Κοσόβου «απαιτείται θάρρος και αποφασιστικότητα». Και ειδικά το τελευταίο, αν και απόλυτα απαραίτητο από την πλευρά του Βελιγραδίου και της Πρίστινα, είναι το ίδιο αναγκαίο και από την πλευρά όλων των ευρωπαίων εταίρων, οι οποίοι καιρός είναι να προχωρήσουν ιδίως σε πολιτική προσέγγιση της ευρωπαϊκής προοπτικής του τμήματος αυτού της Βαλκανικής. Όταν ο κύριος Σολτς επισημαίνει ότι αυτή η προοπτική είναι ρεαλιστική, υπογραμμίζοντας πως «είναι προς το συμφέρον τόσο της περιοχής όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης η πλήρης ένταξη των χωρών αυτών», ζητώντας τους μάλιστα να συνταχθούν με τις Βρυξέλλες σε σχέση με το Ουκρανικό, είναι προφανές πως το ζητούμενο είναι και ο αποκλεισμός τρίτων που αναζητούν σημεία στήριξης και επιρροής στη Βαλκανική.
Η ανοιχτή πληγή των εκκρεμοτήτων στα Βαλκάνια και η διαιώνιση των προβλημάτων που αυτές συνεπάγονται συντηρούν την ανωμαλία που ανά πάσα στιγμή – είτε από επιτόπιες τριβές είτε από δόλιες κινήσεις εκείνων οι οποίοι δεν αποβάλλουν τον πειρασμό της εκμετάλλευσης των βαλκανικών κενών – είναι ικανή να αποτελέσει τη θρυαλλίδα για νέες περιπέτειες.
*Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή – Το κείμενο δημοσιεύθηκε στα ΝΕΑ- Η αναδημοσιευσή του εδώ φέρει τη σύμφωνη γνώμη του συντάκτη του