Δικηγορικός Σύλλογος Κιλκίς κατά της ρήτρας αναπροσαρμογής
"Το ηλεκτρικό ρεύμα δεν αποτελεί ένα οποιοδήποτε οικονομικό προϊόν, ώστε να αντιμετωπίζεται με τους όρους της αγοράς":
Η ρήτρα αναπροσαρμογής προστέθηκε στις συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας τον Αύγουστο 2021, συνδέοντας με τον τρόπο αυτό τα τιμολόγια ρεύματος χαμηλής τάσης με την εξέλιξη της αγοράς τού χρηματιστηρίου ενέργειας.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα εντός οκτώ μηνών να τετραπλασιαστεί η αξία της κιλοβατώρας, διογκώνοντας αντίστοιχα τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος των καταναλωτών.
Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι μεταξύ των οποίων και ο Δικηγορικός Σύλλογος Κιλκίς, δεν μπορούσαν να κωφεύσουν απέναντι σε ένα νομικό πρόβλημα που έπαυσε να αφορά μεμονωμένους καταναλωτές ή ομάδα αυτών, αλλά έγινε πλέον κοινωνικό φαινόμενο.
Στo πλαίσιo αυτό, η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων, με απόφασή της στις 14/4/2022, αποφάσισε να προσφύγει δικαστικά κατά της ρήτρας αναπροσαρμογής, αμφισβητώντας τη νομιμότητά της, τόσο με βάση τις γενικές διατάξεις του αστικού δικαίου και του δικαίου προστασίας καταναλωτή, όσο και με βάση τις διατάξεις του δικαίου ενέργειας και του δικαίου ανταγωνισμού.
Συγκεκριμένα, αποφάσισε να ασκήσει αγωγή και πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των ενώσεων καταναλωτών στις συλλογικές αγωγές που έχουν ασκήσει ή θα ασκήσουν κατά των παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας που επέβαλαν τη ρήτρα αναπροσαρμογής στα τιμολόγιά τους.
Το ηλεκτρικό ρεύμα δεν αποτελεί ένα οποιοδήποτε οικονομικό προϊόν, ώστε να αντιμετωπίζεται με τους όρους της αγοράς. Είναι κοινωνικό αγαθό που συνδέεται αναπόσπαστα με τη σύγχρονη ζωή και την αξιοπρεπή διαβίωση των πολιτών.
Ο Δικηγορικός Σύλλογος Κιλκίς ζητά από την Πολιτεία να αντιμετωπίσει με τη δέουσα ευαισθησία το πρόβλημα με τις υπέρογκες αυξήσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, αφενός, αντιμετωπίζοντας πολιτικά και νομοθετικά τα εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί και, αφετέρου, εξασφαλίζοντας ότι δεν θα διακοπεί το ηλεκτρικό ρεύμα σε κανέναν καταναλωτή που αδυνατεί να καταβάλει το ποσό της ρήτρας αναπροσαρμογής, μέχρι τουλάχιστον να κριθεί δικαστικά η νομιμότητά της.