Η λήξη της «θερμής ψυχρότητας»
Του Γιώργου Κακλίκη, πρέσβη επί τιμή, ειδικού συμβούλου του ΕΛΙΑΜΕΠ:
Η ουδέποτε αποκλεισθείσα επαναπροσέγγιση Ισραήλ – Τουρκίας βρίσκεται, ως φαίνεται, προ των πυλών. Η Άγκυρα ανακοινώνει πως τον Μάρτιο του 2022 θα υποδεχτεί τον ισραηλινό πρόεδρο, λίγες μέρες μετά τη φημολογούμενη επίσκεψή του στην Αθήνα. Όλα έδειχναν πως η στιγμή θα ερχόταν. Η διατήρηση διακριτικών επαφών ανάμεσα στα δύο μέρη, ιδιαίτερα με τις εμπορικές συναλλαγές τους να μην ατονούν στα χρόνια της «θερμής ψυχρότητας» και τις επαφές αξιωματούχων των μυστικών τους υπηρεσιών να συνεχίζονται σε τακτική βάση, ήταν ενδεικτικές της αμφίπλευρης βούλησης να μη διαρραγούν οι γέφυρες. Σήμερα, με την εκστρατεία ανανέωσης των σχέσεων της Τουρκίας με μια σειρά χωρών με τις οποίες είχε έρθει σε ρήξη επί εποχής Ερντογάν, οι μηχανισμοί ανοικοδόμησης των μεταξύ τους σχέσεων έχουν αρχίσει να λειτουργούν πυρετωδώς.
Στην Ελλάδα ανησύχησαν μερικοί από τη στιγμή που τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ανταποκρίθηκαν στα τουρκικά νεύματα φιλίας. Και, σήμερα, η πρόσκληση του προέδρου Χέρτζογκ στην Άγκυρα προβληματίζει μερικούς αναλυτές που αναρωτιούνται αν το Ισραήλ θα στρέψει την πλάτη στην Ελλάδα, ακολουθούμενο ίσως από την Αίγυπτο, στην οποία ο πρόεδρος Ερντογάν προσφέρει πλέον «χουν και ύδωρ». Και σε αυτούς προστίθενται όσοι θεωρούν πως επαληθεύεται η θέση πως η Ελλάδα έχει κάνει υπερβολική «επένδυση» στις σχέσεις της με κράτη της Ανατολικής Μεσογείου. Υπάρχει όμως και άλλη γραμμή σκέψης που δεν θεωρεί τις επαναπροσεγγίσεις ως κίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας. Όπως δεν θεώρησε την όποια ελληνική συνεργασία με τα ίδια αυτά κράτη ως αντιτουρκική συμπαράταξη.
Η ιστορία βρίθει παραδειγμάτων προσεγγίσεων και απομακρύνσεων μερών. Και οι σημερινές συνθήκες στην περιοχή δεν αποκλείουν την επανάληψη του φαινομένου. Ασφαλώς οι κίνδυνοι για αρνητική τροπή υπάρχουν πάντα, με καθοριστικούς παράγοντες τις συγκυρίες και τα συμφέροντα. Γι’ αυτό η Αθήνα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις γνωρίζοντας την πραγματικότητα και χωρίς να διακατέχεται από μανιχαϊστικές αγκυλώσεις της μορφής «ο φίλος του εχθρού μου είναι εχθρός μου». Εξάλλου, όταν η ίδια διακηρύσσει τη βούληση για διάλογο με την Άγκυρα, είναι άστοχο να προσδοκά – έστω και ρομαντικά κατά μερικούς – μια εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων όταν αντιτίθεται σε κάτι αντίστοιχο από πλευράς των φίλων της με την Τουρκία.
Ο τούρκος πρόεδρος δεν θα ανακρούσει πρύμναν. Θα επιλέγει όμως «περάσματα» που εξυπηρετούν τις βλέψεις του. Και αν διαπιστώνει ανυπέρβλητα αδιέξοδα, επανειλημμένα έχει αποδείξει πως εύκολα αποβάλλει τη λεοντή και περιβάλλεται το δέρας. Η Ελλάδα, έχοντας διαμορφώσει ένα θετικό περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο, έχοντας αυξήσει τις αμυντικές της δυνατότητες και έχοντας εδραιώσει ποικίλες σχέσεις συνεργασίας, καλό είναι όχι μόνο να σταθμίζει τις γύρω της εξελίξεις, αλλά να είναι έτοιμη, με σχέδιο, για εκμετάλλευση κάθε ευκαιρίας που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντά της και τη σταθερότητα στην περιοχή. Διατηρώντας πάντα παλιές και νέες φιλικές σχέσεις και διαδηλώνοντας σταθερά την πρόθεση για συνεννόηση με την Τουρκία για διακηρυγμένα θέματα ουσίας και όχι επινοήσεις επεκτατικού χαρακτήρα. Και ας μην ξεχνάμε πως οι εξελίξεις στην ιστορία δεν ακολουθούν κανόνες. Οι αλλαγές και οι εκπλήξεις των οποίων έχουμε πρόσφατα γίνει μάρτυρες δεν αποκλείουν νέες αιφνίδιες αλλαγές. Προς το χειρότερο ή το καλύτερο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα σημερινά ΝΕΑ- Η αναδημοσίευσή του φέρει τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα