Από κοινού και ισότιμα
Του Γιώργου Κακλίκη*:
Παράγοντες με υπηρεσιακή και όχι πολιτική νοοτροπία, όπως ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ και εκπρόσωποι πολιτικών και διπλωματικών κύκλων των χωρών της Συμμαχίας, σπεύδουν να δικαιολογήσουν τη μονομερή κίνηση των ΗΠΑ για αναχώρηση από το Αφγανιστάν. Μια κίνηση στην οποία ακόμα και η Τερέζα Μέι άσκησε έμμεση κριτική μεμφόμενη την επανάπαυση του Λονδίνου στις πρωτοβουλίες της Ουάσιγκτον. Ο Γενς Στόλτενμπεργκ προσπάθησε, ως συνήθως, να λευκάνει την κίνηση του αμερικανού προέδρου φτάνοντας στο σημείο να διακηρύξει, στην πιο ακατάλληλη στιγμή, την απόλυτη αμυντική εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ. Για να ακουστεί, σχεδόν ταυτόχρονα, η επισήμανση του πολιτικά σκεπτόμενου προκατόχου του Γιαπ ντε Χοπ Σέφερ ότι λογικό είναι οι ευρωπαϊκές χώρες να επαναφέρουν τη σκέψη της «αμυντικής τους αυτονομίας» αφ’ ης στιγμής η Ουάσιγκτον εστιάζει το μέγιστο της προσοχής της στο Πεκίνο.
Μετά τις εξελίξεις στο Αφγανιστάν, με την έλλειψη συμμαχικού συντονισμού, με την αβεβαιότητα και την ανασφάλεια να κυριαρχούν σε πολλούς από τους συμμάχους, τίθεται το ερώτημα τι πρέπει να πράξει η Ευρώπη για την άμυνά της. Ο Γιαπ ντε Χοπ Σέφερ έκανε λόγο για «ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία» επαναλαμβάνοντας, στην ουσία, παρεμφερή πρόταση του προέδρου Μακρόν για «στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης». Μακρινή και καθόλου εύκολη η υλοποίηση μιας τέτοιας σκέψης. Όπως έδειχνε και πριν από χρόνια. Αν όμως συνεχίσουν τα γεγονότα να τους προσπερνούν, οι Ευρωπαίοι θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται στο τελευταίο βαγόνι του συμμαχικού τρένου. Σημαντικού μεν αλλά απλής σκευοφόρου που θα σύρεται ή θα εγκαταλείπεται κατά τις εκτιμήσεις και επιλογές του μηχανοδηγού.
Η «ευρωατλαντική ιδέα» ήταν ένας από τους πυλώνες της μεταπολεμικής Δύσης. Σήμερα, ατυχείς επιλογές και ένας αδικαιολόγητος εφησυχασμός, που στηρίζονται και στην ανυπαρξία πλέον συμφερόντων κάποιων σε κάποια σημεία της υφηλίου, παράγουν αβεβαιότητα, ανασφάλεια και δραματική αστάθεια. Οι ΗΠΑ έχουν τους πονοκεφάλους τους. Το ίδιο και η Ευρώπη. Γι’ αυτό και εκμεταλλευόμενες τη στενή τους σχέση με την Ουάσιγκτον οι Βρυξέλλες οφείλουν να προχωρήσουν δυναμικά σε καινοτόμες προτάσεις για την ασφάλεια της ΕΕ και για τον, από κοινού και ισότιμα με τις ΗΠΑ, παγκόσμιο ρόλο της. Το Βερολίνο φέρεται ως η ηγετική πρωτεύουσα της Ένωσης. Και πράγματι αυτό είναι στον οικονομικό τομέα. Όχι όμως πολιτικά και αμυντικά. Η Γαλλία παρέμεινε η μόνη μεγάλη δύναμη του χώρου. Ας ακουστεί! Μπορεί κάποιοι φίλοι των «πραγματικά μεγάλων» να αντιμετωπίζουν σκωπτικά τις προτάσεις της, όμως οι εξελίξεις πρέπει να τους προβληματίζουν. Θυμάται κανείς, λίγο πριν από τη λήξη του 2020, τους δισταγμούς αντίδρασης πολλών κρατών-μελών στις τουρκικές γεωπολιτικές πρωτοβουλίες; Ήταν οι μέρες που η καγκελάριος δήλωνε πως καλό θα ήταν να αναμείνει η Ευρώπη τις θέσεις του νέου προέδρου των ΗΠΑ. Σκόπιμο είναι να στοχαστούν βαθύτερα οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αν ο ρόλος που επιθυμούν να έχουν πρέπει να παραμείνει παρακολουθηματικός. Αφού προηγουμένως κοιτάξουν προς τα θερμά σημεία του πλανήτη και αναλογιστούν τι ενδέχεται να αντιμετωπίσουν ιδίως μετά την αφγανική περιπέτεια αλλά και όσες άλλες κυοφορούν οι επιδιώξεις εκείνων που προσδοκούν να καλύψουν το αμερικανικό κενό και όχι μόνο.
*Ο Γιώργος Κακλίκης είναι πρέσβης επί τιμή, ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ
** Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα σημερινά ΝΕΑ- Η αναδημοσίευσή του φέρει τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα