Το πρώτο κύμα της πανδημίας και η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας
Ο Μανώλης Σμυρνάκης, επ. καθηγητής στην Ιατρική ΑΠΘ μιλά για τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας :
Για την έρευνα που πραγματοποιήθηκε σχετικά με το πρώτο επιδημικό κύμα της Covid-19 στην Ελλάδα από το Ερευνητικό Δίκτυο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μίλησε ο Εμμανουήλ Σμυρνάκης, επίκουρος Καθηγητής Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας – Ιατρικής Εκπαίδευσης του Τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ.
Ο κος καθηγητής αναφέρθηκε στους στόχους της έρευνας, στα αποτελέσματά της, στα στοιχεία τα οποία θα πρέπει να συνεκτιμηθούν προκειμένου να αντιμετωπιστεί και το δεύτερο κύμα της πανδημίας. Ο κος Σμυρνάκης αναφέρθηκε στον βαθμό ετοιμότητας των ανθρώπων του πρωτοβάθμιου τομέα υγείας, αναφέρθηκε στον τρόπο τον οποίο ακολούθησαν ο γιατροί κι όλοι οι εμπλεκόμενοι με την υγεία προκειμένου να ενημερωθούν – οι σελίδες του υπουργείου Υγείας και του Εθνικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας παρείχαν την εμπεριστατωμένη ενημέρωση που απαιτούσαν και απαιτούν οι συνθήκες- καθώς και στον τρόπο διαχείρισης της κρίσης.
Τονίστηκε ο ιδιαίτερα σημαντικός ρόλος που παίζει η πρόληψη αναφορικά με την υγεία και κατ’ επέκταση υπογραμμίστηκε μέσω αυτής και ο αντίστοιχος ρόλος της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Πιο συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος, το μεγαλύτερο μέρος των επαγγελματιών υγείας (75%) χρησιμοποίησε ως πηγή ενημέρωσης τις ιστοσελίδες του Υπουργείου Υγείας και του ΕΟΔΥ και ήταν εξοικειωμένο με τα κριτήρια παραπομπής ενός ασθενούς στο νοσοκομείο. Οι κύριες ανησυχίες των συμμετεχόντων αφορούσαν την επάρκεια προσωπικού (79%), τις ελλείψεις σε μέσα ατομικής προστασίας (μάσκες, στολές κ.λπ.) (90%), την πιθανότητα νόσησης του προσωπικού (75%), αλλά και την προστασία των μελών της οικογένειάς τους (86%). Οι αρχικές μεγάλες ελλείψεις σε μέσα ατομικής προστασίας στην αρχή της πανδημίας καλύφθηκαν σταδιακά, ιδίως στον δημόσιο τομέα, ενώ σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν και οι δωρεές, κυρίως από ιδιώτες.
Ακόμη αναφέρθηκε πως στην πρώτη φάση της πανδημίας προτιμήθηκε η απομακρυσμένη διαχείριση ύποπτων περιστατικών και η παραπομπή τους στο νοσοκομείο ως συνέπεια της έλλειψης σε μέσα ατομικής προστασίας και της αδυναμίας πραγματοποίησης τεστ για τον κορονοϊό στα Κέντρα Υγείας. Επίσης, ο φόβος των ασθενών να μην κολλήσουν οδήγησε πολλούς με επείγοντα θέματα υγείας να μείνουν στο σπίτι τους και να μην επισκεφτούν τις Μονάδες ΠΦΥ ή τα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των νοσοκομείων.
Η λειτουργία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας περιορίστηκε στην τηλεφωνική, κυρίως, επικοινωνία των επαγγελματιών υγείας με τους ασθενείς με χρόνια προβλήματα και στην πραγματοποίηση της συνταγογράφησης χρόνιων αγωγών, χωρίς τη φυσική παρουσία των ασθενών με τη βοήθεια συγγενών, του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι», της τοπικής αυτοδιοίκησης και των φαρμακοποιών. Η άυλη συνταγογράφηση χρησιμοποιήθηκε ελάχιστα. Με τη μη λειτουργία των τακτικών ιατρείων και την περιορισμένη επικοινωνία ιατρών και ασθενών η διαχείριση χρόνιων νοσημάτων όπως και τα προγράμματα πρόληψης έμειναν πίσω.
Θετική συνέπεια της πανδημίας, σύμφωνα με τους επαγγελματίες υγείας, ήταν η δημόσια αναγνώριση του σημαντικού ρόλου του συστήματος υγείας από τους πολίτες και το κράτος. Στα αρνητικά καταγράφηκαν οι ελλείψεις σε μέσα ατομικής προστασίας, ειδικά στην αρχή, η αδυναμία πραγματοποίησης τεστ Covid-19 στην ΠΦΥ, οι ελλείψεις προσωπικού στην ΠΦΥ και οι μετακινήσεις προσωπικού στα νοσοκομεία, καταστάσεις που ουσιαστικά αποδυνάμωσαν την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Το Ερευνητικό Δίκτυο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του ΑΠΘ
Το Ερευνητικό Δίκτυο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΕΔ.ΠΦΥ.ΑΠΘ.) ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 2017 στη Θεσσαλονίκη. Σκοπός είναι η ανάπτυξη της έρευνας, της εκπαίδευσης και της ποιότητας φροντίδας στην ΠΦΥ και στη Γενική Ιατρική σε συνεργαζόμενες με το ΑΠΘ δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας της Ελλάδας.
Ταυτότητα Έρευνας
Στο πρώτο μέρος της έρευνας (Μάρτιος 2020) συμμετείχαν 444 επαγγελματίες υγείας από όλη την Ελλάδα, που συμπλήρωσαν ένα ανώνυμο ερωτηματολόγιο, εκ των οποίων το 34,5% είναι Γενικοί Ιατροί, το 72,5% εργάζονται σε Κέντρα Υγείας, ενώ το 42,8% είναι επαγγελματίες αστικών περιοχών, με μέση ηλικία 44,4 έτη και μέση διάρκεια εργασιακής εμπειρίας τα 11,9 έτη.
Στο δεύτερο μέρος της έρευνας, αμέσως μετά το πρώτο κύμα (Ιούνιος 2020), έγιναν 33 συνεντεύξεις σε επαγγελματίες υγείας, Γενικούς Ιατρούς, Παθολόγους, Παιδιάτρους και Νοσηλευτές από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα που εργάζονταν στην ΠΦΥ.
Δείτε όσα ανέφερε ο κος Μανώλης Σμυρνάκης εδώ: