Οικολογία – Αλληλεγγύη: Όχι Μονάδα Αποβλήτων στη Μαυροράχη
Σημαντική η αρνητική γνωμοδότηση της Επιθεώρησης Δασών:
Κυβέρνηση, Αυτοδιοίκηση και ΦΟΔΣΑ θα πρέπει να πάρουν σοβαρά υπόψη την αρνητική γνωμοδότηση της Επιθεώρησης Δασών Κ. Μακεδονίας για τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων της Μονάδας Επεξεργασίας Αποβλήτων στην περιοχή Ασσήρου – Μαυροράχης, σύμφωνα με την «Οικολογία-Αλληλεγγύη».
Συγκεκριμένα, η Διεύθυνση Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών Κ. Μακεδονίας (ΑΠ 62410πε/5.1.2021) γνωμοδοτεί ότι δεν συμφωνεί με την εγκατάσταση της ΜΕΑ Δυτικού Τομέα «διότι ουδεμία επέμβαση επιτρέπεται εντός ρεμάτων». Και παίρνει σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι η ΜΕΑ αναπτύσσεται κατά το μεγαλύτερο μέρος σε έκταση, μέσα και ανατολικά της οποίας «διέρχονται και κλάδοι ρεμάτων, που σύμφωνα με τους δασικούς χάρτες της περιοχής φέρουν τον χαρακτηρισμό αναδασωτέες εκτάσεις». Όπως και το ότι η περιοχή εμπίπτει εντός της Γ’ Περιφερειακής Ζώνης Προστασίας του Εθνικού Πάρκου Υγροτόπων των λιμνών Κορώνειας –Βόλβης και Μακεδονικών Τεμπών.
«Οι ορατές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, όπως και τα ξεπερασμένα στοιχεία της ΜΠΕ, οι υπερεκτιμήσεις των ποσοτήτων, η προοπτική αύξησης των δημοτικών τελών, η μη τήρηση της εθνικής και ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, τα διαφεύγοντα και διασταλάζοντα υγρά του ΧΥΤΑ της Μαυροράχης κ.α., έχουν οδηγήσει τις οικολογικές οργανώσεις και φορείς της περιοχής να ζητήσουν εδώ και χρόνια τη μη κατασκευή της μονάδας αυτής», δηλώνει ο δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης της «Οικολογίας -Αλληλεγγύης», Μιχάλης Τρεμόπουλος.
Ήδη εκκρεμούν στο ΣτΕ δύο προσφυγές. Αρνητική είναι και η τοποθέτηση του Φορέα Διαχείρισης Κορώνειας – Βόλβης, που η κυβέρνηση καταργεί. Παρόλα αυτά, η Δ/νση Περιβάλλοντος, Βιομηχανίας, Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Περιφέρειας Κ. Μακεδονίας προχώρησε στη χωροθέτηση της μονάδας στην περιοχή Ασσήρου – Μαυροράχης ενώ η διαβούλευση για τη ΜΠΕ ολοκληρώθηκε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος στις 29.12.
Είναι φανερή η σπουδή για να γίνει το έργο, και να συνδυαστεί με αυτό που κομψά λέγεται «ενεργειακή αξιοποίηση», ενταγμένο στον κεντρικό σχεδιασμό για την καύση των απορριμμάτων. Στην τεράστια αυτή ΜΕΑ, δυναμικότητας 300.000 τόνων ετησίως, θα πηγαίνουν τα απορρίμματά τους 10 δήμοι, που αντιστοιχούν στο 64% της ΠΕ Θεσσαλονίκης, μεταξύ τους και το 1/3 του Δήμου Θεσσαλονίκης. Τα υπόλοιπα θα πηγαίνουν στη ΜΕΑ Ανατολικού Τομέα, στην περιοχή του Δήμου Θέρμης, κοντά στον Αγ. Αντώνιο. Προγραμματίζονται και δυο μονάδες για τα βιοαπόβλητα (ΜΕΒΑ), που θα δέχονται 22.000 τόνους προδιαλεγμένων απορριμμάτων η κάθε μία. Το μεγαλύτερο μέρος των απορριμμάτων θα μετατρέπεται σε στερεό καύσιμο (SRF-RDF), περίπου 40.000 τν/έτος, το οποίο μπορούν και θέλουν να κάψουν η τσιμεντοβιομηχανίες ΤΙΤΑΝ και ο ΧΑΛΥΨ. Τα σύμμεικτα απορρίμματα μπορούν να καίγονται στην Πτολεμαΐδα, όπου σχεδιάζεται να καταλήγουν εκεί μέσω της «ενεργειακής Εγνατίας», από τις Περιφέρειες της Μακεδονίας, της Θράκης και της Θεσσαλίας.
Η «Οικολογία – Αλληλεγγύη» θεωρεί απαράδεκτη επιλογή το πρόβλημα των σκουπιδιών να λύνεται με εργοστάσια καύσης, που παράγουν επικίνδυνη τέφρα και σπαταλούν φυσικούς πόρους. Για να πετύχουν τα εργοστάσια αυτά, πρέπει πρώτα να αποτύχουν οι πολιτικές μείωσης, επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης. Εκείνο που απαιτείται είναι η ενεργοποίηση των πολιτών για την εφαρμογή λύσεων με κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, που είναι -με σειρά προτεραιότητας- η πρόληψη-μείωση, η επαναχρησιμοποίηση και η ανακύκλωση-λιπασματοποίηση των απορριμμάτων. Οι λύσεις αυτές σε συνδυασμό είναι οι φθηνότερες, προστατεύουν το περιβάλλον, μπορούν να υλοποιηθούν από τις τοπικές κοινωνίες και τα συνεργατικά εγχειρήματα ΚΑΛΟ ενώ τα οφέλη μπορεί να τα καρπωθεί η κοινωνία και όχι οι κερδοσκόποι.
Η «Οικολογία – Αλληλεγγύη» εκτιμά πως η καύση απαιτεί υψηλή επένδυση έντασης κεφαλαίου και όχι εργασίας και έχει μεγάλα κόστη λειτουργίας και συντήρησης ενώ εμποδίζει την ανάπτυξη προγραμμάτων ανακύκλωσης/κοµποστοποίησης, που δημιουργούν δεκαπλάσιες θέσεις εργασίας. Και θέτει ως στόχο την κοινωνία των μηδενικών αποβλήτων , προτείνοντας τη μείωση των παραγόμενων απορριμμάτων κατά 80-90% μέσα στην επόμενη δεκαετία.