Το VMRO-DPMNE εκ νέου στην κυβέρνηση
Του Γεώργιου Χρηστίδη καθηγητή στο ΠΑΜΑΚ:
Ενάμιση μήνα μετά τις νικηφόρες εκλογές της 8ης Μαΐου 2024 στη Βόρεια Μακεδονία το VMRO-DPMNE σχημάτισε τη νέα, τρικομματική, κυβέρνηση στη γειτονική χώρα. Η ατζέντα της νέας εκτελεστικής εξουσίας είναι ιδιαίτερα φιλόδοξη:
αύξηση της παραγωγικότητας, προσέλκυση νέων επενδύσεων και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Εκσυγχρονισμός της κρατικής μηχανής, καταπολέμηση της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας στο δημόσιο. Θυμίζει, για πολλούς, την
εκσυγχρονιστική ατζέντα της πρώτης κυβέρνησης του Νίκολα Γκρούεφσκι την περίοδο 2006-2008. Ταυτόχρονα, η ηγεσία του VMRO-DPMNE και μετά την ανάληψη της εξουσίας έχει συνεχίσει την προεκλογική της στάση ανοιχτής
καταδίκης και αμφισβήτησης της πολιτικής που είχαν ακολουθήσει οι προηγούμενες κυβερνήσεις της Σοσιαλδημοκρατικής Ένωσης απέναντι στην Ελλάδα και τη Βουλγαρία την περίοδο 2017-2022. Μιας πολιτικής που απέβλεπε στην επίλυση διαφορών και στη βελτίωση των διμερών σχέσεων της Βόρειας Μακεδονίας με τους δύο γείτονές της και η οποία εκφράστηκε μέσα από τη Συνθήκη Φιλίας, Καλής Γειτονίας και Συνεργασίας (2017), τη Συμφωνία των
Πρεσπών (2018), αλλά και την αποδοχή της λεγόμενης γαλλικής πρότασης το καλοκαίρι του 2022 (για μια τροποποίηση του Συντάγματος της Βόρειας Μακεδονίας, με συμπερίληψη «βουλγαρικού λαού» στο προοίμιο του). Η ηγεσία
του VMRO- DPMNE χαρακτηρίζει τις συγκεκριμένες συμφωνίες ως «βαθύτατα ζημιογόνες για την ταυτότητα και αξιοπρέπεια» των εθνοτικά Μακεντόντσι, επαναλαμβάνοντας με κάθε ευκαιρία ότι τις θεωρεί ως ένα «βάρος» που θα πρέπει η χώρα να ξεφορτωθεί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η νέα κυβέρνηση της Βόρειας Μακεδονίας θα συνεχίσει την προσπάθεια ανοιχτής υπονόμευσης των συγκεκριμένων συμβατικών δεσμεύσεων της χώρας – παρά τη μερική στροφή του πρωθυπουργού Μίτσκοσκι με την ορκωμοσία του στο συνταγματικό όνομα της χώρας και τη δέσμευση για χρήση του στο εξωτερικό. Ο πυρήνας του VMRO-DPMNE δυστυχώς δεν έχει αλλάξει από τις ημέρες της ηγεσίας του Νίκολα Γκρούεφσκι: παραμένει βαθύτατα προσκολλημένος σε μια αντίληψη τόσο ιστορικής διαχρονικότητας της ταυτότητας των εθνοτικά Μακεντότσι αλλά και θυματοποίησής τους από τους γείτονές τους.
Μια αντίληψη έντονα «ελληνοφοβική» και «βουλγαροφοβική».
Η Βόρεια Μακεδονία ωστόσο δεν βρίσκεται στην εποχή του Γκρούεφσκι και κάθε άλλο παρά εύκολη θα είναι η ανατροπή της συγκεκριμένης «κληρονομιάς» των Σοσιαλδημοκρατών Ιδιαίτερα η Συμφωνία των Πρεσπών δεν είναι απλώς μια
συμφωνία που ρύθμισε τις διαφορές των δύο χωρών, ανοίγοντας τον δρόμο για την εξομάλυνση των διμερών τους σχέσεων. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και οι Ευρωπαίοι εταίροι μας την αντιμετωπίζουν ως ένα «έντιμο συμβιβασμό», μια συμφωνία θεμελιώδους σημασίας για την περιφερειακή σταθερότητα, που λειτουργεί και ως παράδειγμα για τις πολιτικές ελίτ της περιοχής σχετικά με τον τρόπο επίλυσης των διμερών διαφορών.
Η Αθήνα παρά τον πραγματισμό που επέδειξε μετά τον Ιούνιο του 2019, «σεβόμενη μια κακή συμφωνία», έχασε μια καλή ευκαιρία για την καλλιέργεια στενών σχέσεων με τα Σκόπια, κάτι που επιθυμούσαν διακαώς οι κυβερνήσεις της περιόδου 2017- 2023 στη Βόρεια Μακεδονία. Όσοι στο εσωτερικό της Ελλάδας ζητούν «καταγγελία της Συμφωνίας των Πρεσπών» και εγκατάλειψής της, προσφέρουν ουσιαστικά χέρι βοηθείας στη νέα κυβέρνηση του VMRO-DPMNE στην προσπάθειά της «να απαλλαγεί» από τις υποχρεώσεις της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ας μην επιτραπεί ωστόσο να επιστρέψουν οι σχέσεις των δύο χωρών σε μια, προ του 2018, εποχή με την επανεμφάνιση ενός «διπλωματικού πονοκεφάλου» για την Ελλάδα. Δεν έχουμε την πολυτέλεια για νέα ανοικτά ζητήματα στη Βαλκανική.
Ο Γεώργιος Χρηστίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
Το άρθρο δημοσιεύθηκε σήμερα στα “Νέα”